Τετάρτη 20 Οκτωβρίου 2010

ΤΟ ΠΡΩΣΟΠΟ ΕΙΝΑΙ Η ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΣΩΜΑΤΟΣ

Του ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΟΥΖΑΚΗ
«Ζωγραφίζω από μικρό παιδί και τα έργα μου πιστεύω πως γίνονται για να μιλούν για τη ζωή ζωγραφικά.

Ο πίνακας «Αννα Σαράντη», 1957
Τα περιστατικά και οι περιπέτειες μιας μακράς ζωής πρέπει να γίνουν ένα με τη ζωγραφική μου προσπάθεια, όπως και λίγα πρόσωπα, άντρες και γυναίκες, που τα θυμάμαι πάντα με αγάπη, σαν όνειρα απραγματοποίητα, γιατί έτσι είναι η ζωή». Με αυτό τον τρόπο περιέγραφε μια πτυχή της σχέσης του με τη ζωγραφική ο ευπατρίδης Γιώργος Μαυροΐδης (1912-2003).

Η ισχυρή, ουμανιστική διάσταση της τέχνης του αποκαλύπτεται στην έκθεση «Γιώργος Μαυροΐδης: Ανθρωποκεντρική ζωγραφική 1947-2003» που εγκαινιάζεται απόψε στις 8 μ.μ. στο Ιδρυμα Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. & Μ. Θεοχαράκη. Περιλαμβάνει εκατό και πλέον μνημειακούς πίνακες μαζί με εβδομήντα σχέδια, που συνθέτουν την εικαστική του ανθρωπογεωγραφία.

«Το πρόσωπο για τον ίδιο είναι η ψυχή του σώματος», σημειώνει ο επιμελητής της έκθεσης Τάκης Μαυρωτάς, πριν αναφερθεί στις προσωπογραφίες των στενών φίλων του ζωγράφου που βλέπουμε: Ανδρέα Βουρλούμη, Διονύση Φωτόπουλου, Οδυσσέα Ελύτη, Θανάση Νιάρχου, Αγγελου Παπαδημητρίου, Μάτσης Χατζηλαζάρου, Κίτσως Μαυροΐδη, Σοφίας Σπυράτου και πολλών άλλων. «Δεν πρόκειται για εξιδανικευμένα πορτρέτα, σαν αυτά που τις περισσότερες φορές επιθυμούν οι εικονιζόμενοι, αλλά για ζωγραφικές καταγραφές συγκεκριμένης χρονικής στιγμής», σημειώνει ο Τάκης Μαυρωτάς. «Ποτέ δεν εξωραΐζει το μοντέλο, ούτε το εξυψώνει στην κοινή συνείδηση. Αντίθετα, τα πορτρέτα του διαπνέονται από ένα νόημα ηθικό, που αποτυπώνει το ισχυρό ζωγραφικό του ένστικτο. Η εικονιζόμενη μορφή, σε αρκετές περιπτώσεις, γίνεται έμμονη ιδέα, όπως για παράδειγμα στα πολυάριθμα πορτρέτα της Αναστασίας ή της συζύγου του».

Ο Γιώργος Μαυροΐδης, γιος του Κύπριου Gaston Μαυροΐδη και της Λευκαδίτισσας Ζωής Θεοχάρη, γεννήθηκε στον Πειραιά τον Σεπτέμβριο του 1912. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (Νομικά και Πολιτικές Επιστήμες), γνώρισε τον Γιάννη Τσαρούχη με τον οποίο διατήρησε φιλικές σχέσεις. Το 1946 εισήλθε στο Διπλωματικό Σώμα. Την ίδια χρονιά ταξίδεψε στην Αίγυπτο, όπου παντρεύτηκε την Αλεξάνδρα Θωμαΐδη, με την οποία απέκτησαν μια κόρη. Το 1959 αποχώρησε από το Διπλωματικό Σώμα, εκλέχτηκε τακτικός καθηγητής ζωγραφικής στην Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών (το 1977, πρύτανης) και η σχέση του με την τέχνη ισχυροποιήθηκε με την παρουσίαση της δουλειάς του σε αρκετές εκθέσεις εντός και εκτός ελληνικών συνόρων.

Η ελληνική παράδοση, οι νεκρικές προσωπογραφίες του φαγιούμ, η μεγάλη ιστορία της τέχνης ανώνυμων και επώνυμων καλλιτεχνών του Αιγαίου και της Κύπρου από την εποχή των κυκλαδίτικων ειδωλίων έως τις δημιουργίες των λαϊκών απογόνων τους, τροφοδότησαν τη ζωγραφική του. Μοναδικός θεωρείται ο καθαρά χρωματικός τρόπος που χειρίστηκε το φως.

Στον κατάλογο της έκθεσης γράφουν ο Παναγιώτης Τέτσης, ο Θανάσης Νιάρχος, ο Αγγελος Παπαδημητρίου και η Ναταλία Μελά, η οποία θυμάται: «Ο Μαυροΐδης με τα φουντωτά φρύδια, με γένια και μουστάκια τώρα πια σαν Δίας με αστροπελέκια τα πινέλα του, ζωγράφιζε τα πράγματα που τον συγκινούσαν».